Από το Νίκο Βλάχο
ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΧΩΡΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΤΙΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΠΟΛΕΩΣ – ΚΡΑΤΟΥΣ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ, ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ.
Τα κύρια συστατικά μέρη μίας αρχαίας ελληνικής πόλεως – κράτους ήταν το ἂστυ και η χώρα[1]. Το ἂστυ αποτελούσε το αστικό κέντρο της πόλης, όπου συντελούνταν όλες οι πολιτικές λειτουργίες και λαμβάνονταν οι αποφάσεις. Αρχικά, το ἂστυ αποτελούνταν από τις κατοικίες του λαού, οι οποίες ήταν οικοδομημένες σε φυσικά οχυρωμένη τοποθεσία, ενώ στο κέντρο του βρισκόταν η ἀκρόπολις. Σταδιακά, όμως, το ἂστυ διευρύνθηκε και εξελίχθηκε σε πολιτικό, διοικητικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό κέντρο της επικράτειας που καταλάμβανε η κάθε πόλη, ενώ η ακρόπολις καθιερώθηκε ως τόπος των ιερών και της λατρείας. Γύρω από το ἂστυ, εκτεινόταν μία γεωργική περιοχή, η χώρα, η οποία τροφοδοτούσε το αστικό κέντρο λήψης αποφάσεων με γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Κάθε πόλη – κράτος ήταν με σαφήνεια οριοθετημένη, ώστε να διαχωρίζεται από τα γειτονικά κράτη. Τα όρια ανάμεσα στις πόλεις – κράτη ήταν φυσικά και γεωγραφικά, όπως, για παράδειγμα, ψηλά όρη και οροσειρές[2].
Η χωροταξική οργάνωση και η αρχιτεκτονική δομή των δημοσίων χώρων και οικοδομημάτων του αστικού κέντρου, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες με την πολιτική λειτουργία. Στην πόλη – κράτος, όπως διαμορφώθηκε την περίοδο μεταξύ του 7ου και του 5ου αιώνα π.Χ., οι πολιτικές διαδικασίες και οι δημοκρατικοί θεσμοί προϋπέθεταν την ύπαρξη κάποιων απαραίτητων δημόσιων χώρων και κτιρίων. Έχοντας ως παράδειγμα την πόλη της Αθήνας της κλασικής περιόδου, οι δημόσιοι χώροι και τα δημόσια οικοδομήματα με θεμελιώδη θεσμικό και πολιτικό ρόλο, που μπορούμε να διακρίνουμε, είναι οι εξής:
1) Η Αγορά
Κατά την κλασική περίοδο, η Αγορά αποτελούσε έναν εμβληματικό και θεμελιώδη δημόσιο χώρο, ως προς την πολιτική και θεσμική λειτουργία της πόλεως. Ήταν ένας μεγάλος υπαίθριος χώρος και λειτουργούσε ως το πολιτικό, διοικητικό, δικαστικό, κοινωνικό, θρησκευτικό, πολιτιστικό και εμπορικό κέντρο της πόλης. Ο κυρίαρχος πολιτικός της ρόλος διατηρήθηκε μέχρι και την ελληνιστική εποχή. Από την ελληνιστική, όμως, εποχή και εξής, ο πολιτικός της ρόλος εξασθένησε και υπερίσχυσε ο εμπορικός και οικονομικός[3]. Αυτό οφείλεται περισσότερο στις νέες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που επικρατούν κατά τα ελληνιστικά χρόνια και οδηγούν προς τον ατομοκεντρισμό και την αδιαφορία των πολιτών για τα κοινά. Εκτός, όμως, από τον πολιτικό και οικονομικό της ρόλο, θα πρέπει να επισημάνουμε και τον ιερό της χαρακτήρα, που δεν αφορούσε μόνο τους ναούς, τους βωμούς και τα ιερά, αλλά και όλον το χώρο. Η είσοδος απαγορευόταν σε πολίτες που είχαν διαπράξει κάποιο έγκλημα ή οποιαδήποτε άλλη μιαρή πράξη. Ακόμα και οι νομοταγείς, όμως, πρίν εισέλθουν, έπρεπε να καθαρθούν με αγιασμένο νερό[4].
Η Αρχαία Αγορά των Αθηνών της κλασικής περιόδου, την οποία έχουμε ως παράδειγμα για την ανάλυσή μας, διαμορφώθηκε το χρονικό διάστημα μεταξύ των μεταρρυθμίσεων του Σόλωνα και του τέλους της τυραννίδας[5] (592-510 π.Χ.). Η οριοθέτησή της έγινε γύρω στο 500 π.Χ.[6] Μετά τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη, οικοδομήθηκαν νέα κτίρια, προκειμένου να στεγάσουν τους ανανεωμένους, αναδιαρθρωμένους και εξελισσόμενους δημοκρατικούς θεσμούς.
Το πιο σημαντικό κτίριο της Αγοράς, ως προς τη στέγαση βασικών δημοκρατικών θεσμών, ήταν το Βουλευτήριο. Στο Βουλευτήριο διεξάγονταν οι συνελεύσεις της Βουλής των Πεντακοσίων. Η Βουλή αποτελούνταν από 50 μέλη από τις 10 φυλές, στις οποίες είχε διαιρέσει τους Αθηναίους πολίτες ο Κλεισθένης. Το ένα δέκατο από τα μέλη της, δηλαδή τα 50 μέλη της φυλής που είχε την πρυτανεία της βουλής, διέμεναν σε ξεχωριστό κτίριο, τη Θόλο ή Σκιάδα. Η Βουλή αποτελούσε τη συμβουλευτική εξουσία[7] της πόλεως. Το έργο της ήταν η προπαρασκευή των νομοσχεδίων που θα ετίθεντο στη συνέχεια προς ψήφιση στην Εκκλησία του Δήμου, η συζήτηση διαφόρων θεμάτων και η παρουσίαση των αποφάσεών της στην Εκκλησία του Δήμου. Επρόκειτο, δηλαδή, για ένα εποπτικό σώμα με συμβουλευτικό και προπαρασκευαστικό χαρακτήρα, το οποίο καθόριζε, εκ των προτέρων, την ημερησία διάταξη[8]. Τα μέλη της προέκυπταν ύστερα από κλήρωση από όσους πολίτες ήθελαν να υπηρετήσουν και ήταν άνω των 30 ετών. Η θητεία τους διαρκούσε ένα έτος και κανένας πολίτης δεν μπορούσε να γίνει μέλος της Βουλής περισσότερο από δύο φορές στη ζωή του και για δύο συνεχόμενα χρόνια. Με αυτόν τον τρόπο, απομακρυνόταν ο κίνδυνος αφαίρεσης της ανώτατης εξουσίας από την Εκκλησία του Δήμου και μονοπώλησης της εξουσίας από μία μικρή ομάδα ειδικών στην πολιτική[9].
Στην Αθηναϊκή Αγορά, είχαν κτιστεί δύο[10] διαδοχικά κτίρια για να στεγάσουν το θεσμό της Βουλής. Το παλαιότερο Βουλευτήριο κτίσθηκε το 500 π.Χ., μετά τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη. Είχε τετράγωνο σχήμα, ήταν ισόπλευρο, με 28.30μ. ανατολικά- δυτικά επί 28.30μ. βόρεια- νότια. Εσωτερικά, αποτελούνταν από έναν προθάλαμο και μία αίθουσα συνεδριάσεων, η οποία στηριζόταν σε πέντε κίονες. Η χωρητικότητά του ήταν αρκετά μεγάλη και χωρούσε περισσότερους από 500 βουλευτές. Στη συνέχεια, όμως, οι Αθηναίοι αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν αυτό το κτίριο μόνο σαν χώρο φύλαξης των ψηφισμάτων και να χτίσουν ένα καινούριο. Το νέο χρονολογείται γύρω στο 410 π.Χ. και τα ερείπιά του βρέθηκαν δίπλα στο παλαιότερο. Διέφερε από το παλαιό, γιατί δεν είχε ούτε προθάλαμο, ούτε κύρια αίθουσα, αλλά μόνο μία ενιαία αίθουσα. Στην ουσία, επρόκειτο για μία μεγάλη στεγασμένη αίθουσα, με τετράγωνη κάτοψη και εσωτερικούς κίονες που υποβάσταζαν τη στέγη. Τα έδρανά του, ξύλινα ή λίθινα, ήταν τοποθετημένα σε σχήμα ημικυκλικό ή Π, δηλαδή ακολουθούσαν τον αρχιτεκτονικό τύπο του αρχαίου θεάτρου. Σύμφωνα με αναφορές αρχαίων συγγραφέων[11], οι συνεδριάσεις γίνονταν δημοσίως, οι Πρυτάνεις κάθονταν χωριστά από τους υπόλοιπους και υπήρχε ένα βήμα και ένας βωμός.
Όπως προείπαμε, 50 Βουλευτές κάθε φυλής υπηρετούσαν εκ περιτροπής στη Βουλή ως εκτελεστική επιτροπή για μία περίοδο 35 ή 36 ημερών. Τις ημέρες αυτές, είτε τακτοποιούσαν διάφορα ζητήματα, είτε υλοποιούσαν τις αποφάσεις της ολομέλειας του βουλευτικού σώματος. Αυτοί ονομάζονταν Πρυτάνεις και διέμεναν σε ξεχωριστό κτίριο από τους υπόλοιπους Βουλευτές. Το κτίριο αυτό λεγόταν Θόλος ή Σκιάς. Η πρώτη ονομασία οφειλόταν στο κυκλικό του σχήμα και η δεύτερη στο κωνικό σχήμα της στέγης του που έμοιαζε με ομπρέλα ή καπέλο για τον ήλιο[12]. Ο κώνος της στέγης καλυπτόταν από πολυεδρικά κεραμίδια σε δικτυωτή διάταξη. Στην κορυφή της στέγης, πιθανολογείται ότι υπήρχε οπαίον, προκειμένου να φωτίζεται και να αερίζεται καλύτερα το κτίριο. Έξι κίονες στήριζαν τη στέγη, ενώ πρέπει να υπήρχε βωμός ή τράπεζα προσφορών. Οι Πρυτάνεις διέμεναν όλη τη μέρα στο κτίριο και σιτίζονταν δημοσία δαπάνη, έτσι ώστε να βρίσκονται συνεχώς σε εγρήγορση και να ανταποκρίνονται σε οποιαδήποτε έκτακτη ανάγκη προέκυπτε κατά τη διάρκεια της ημέρας ή και της νύχτας. Αρχαιολογικά ευρήματα, όπως μαγειρικά σκεύη ή ερείπια κάποιου μαγειρείου και αποθήκης που επικοινωνούσε με το οικοδόμημα αυτό, αποδεικνύουν ότι επρόκειτο για χώρο συνεστίασης[13]. Το κυκλικό του σχήμα, όμως, και η χωρητικότητά του, που ήταν μικρότερη από την απαιτούμενη για πενήντα άτομα, εγείρει ερωτηματικά[14] σχετικά με το πώς χώραγαν τόσοι πολλοί συνδαιτυμόνες, αν λάβουμε μάλιστα υπ’ όψιν ότι οι αρχαίοι Έλληνες έτρωγαν μισοξαπλωμένοι σε ανάκλιντρα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, οι Πρυτάνεις βρίσκονταν εν ώρα υπηρεσίας και έπρεπε να είναι σε εγρήγορση, επομένως η πολυτέλεια και η ευωχία δεν ταίριαζαν στο συγκεκριμένο χώρο συνεστίασης. Εκτός από χώρος διαμονής των Πρυτάνεων, η Θόλος χρησιμοποιήθηκε και για τη φύλαξη των επίσημων αττικών μέτρων και σταθμών. Έχουν βρεθεί μέτρα και σταθμά ορείχαλκου επισημασμένα με τα γράμματα ΔΕ (= ΔΕΜΟΣΙΟΝ)[15].
Ένα άλλο σημαντικό για τη δημόσια ζωή οικοδόμημα της Αρχαίας Αγοράς των Αθηνών, ήταν το Μητρώο. Το μητρώο αποτελούσε τη στέγη των αρχείων του κράτους. Ουσιαστικά, επρόκειτο για το παλαιό Βουλευτήριο, το οποίο, όπως προαναφέραμε, μετά την κατασκευή του νέου (410 π.Χ.), χρησιμοποιούνταν πλέον αποκλειστικά για τη φύλαξη των επίσημων κειμένων των ψηφισμάτων του Δήμου[16]. Την ονομασία[17] του την οφείλει σε έναν παρακείμενο μικρό ναό, όπου λατρευόταν η Μήτηρ των Θεών. Η λατρεία αυτή στεγάστηκε στο παλαιό Βουλευτήριο έως την ελληνιστική εποχή. Εν συνεχεία, χτίστηκε νέος ναός για τη Μητέρα των Θεών.
Άλλα σημαντικά οικοδομήματα της Αγοράς, απαραίτητα για τη λειτουργία της πόλεως, ήταν τα ἀρχεῖα. Τα κτίρια αυτά ήταν γραφεία αρχόντων και έδρες των διαφόρων ἀρχῶν της πόλης. Στα γραφεία αυτά εργάζονταν γραμματείς και υπογραμματείς αρχόντων και μάλλον διέθεταν και κάποια αίθουσα συνεδριάσεων. Βρίσκονταν κυρίως σε διάφορες στοές της Αγοράς. Η στοά γενικά ήταν ένα οικοδόμημα που οριοθετούσε την Αγορά και προσέφερε μία ποικιλία υπηρεσιών[18]: από χώρο για περίπατο και φιλοσοφικό στοχασμό, μέχρι έδρες για δημόσια πολιτικά, διοικητικά, δικαστικά γραφεία και αίθουσες ζωγραφικής (Ποικίλη Στοά).
Μία στοά με πολιτική σημασία, ήταν η Βασίλειος Στοά[19]. Αποτελούσε έδρα του ἂρχοντος Βασιλέως και χώρο για διάφορες άλλες δημόσιες λειτουργίες. Ήταν μικρών διαστάσεων για τα δεδομένα μίας στοάς. Η πρόσοψή της αποτελούνταν από μία κιονοστοιχία 8 δωρικών κιόνων, ενώ και η οροφή της στηριζόταν σε δύο, αρχικά και ύστερα, τέσσερις δωρικούς κίονες. Η στέγη της ήταν διανθισμένη με μορφές από οπτό πηλό. Οι τρείς τοίχοι της στοάς περιελάμβαναν συνεχόμενους πάγκους, όπου μπορούσαν να καθήσουν μέχρι 60 άτομα. Μπροστά από την κιονοστοιχία, υπήρχαν θρόνοι για τους επισήμους και κυρίως για το Βασιλέα. Εκτός, όμως, από έδρα του Βασιλεως και των γραμματέων και παρέδρων του, η Βασιλική Στοά ήταν ο χώρος όπου φυλάσσονταν οι κύρβεις[20], πυραμίδες από ξύλο, όπου ήταν γραμμένοι οι νόμοι του Σόλωνα, ενώ η Βασιλική Στοά περιελάμβανε και λίθινες επιγραφές με αντίγραφα των νόμων του Δράκοντα. Υπάρχουν, επίσης, πληροφορίες ότι εκεί συνεδρίασε μερικές φορές και ο Άρειος Πάγος. Στην είσοδο της Βασιλείου Στοάς, υπήρχε ο Λίθος τῆς Ὓβρεως, όπου ορκίζονταν οι Εννέα Ἂρχοντες. Ήταν, λοιπόν, η Βασίλειος Στοά τόπος φύλαξης των παλαιών νόμων της Αθήνας.
Στο νότιο μέρος της Βασιλείου Στοάς, υπήρχε και η Στοά του Ελευθερίου Διός. Τη χρησιμοποιούσαν για ανεπίσημες συγκεντρώσεις και για τη στέγαση κάποιων γραφείων αρχόντων, μάλλον των θεσμοθετών. Επίσης, στην Αγορά υπήρχε και η Νότια Στοά Ι, η οποία αποτελούσε την έδρα των μετρονόμων και άλλων αρχόντων που είχαν ως αρμοδιότητά τους την επίβλεψη των εμπορικών συναλλαγών. Αποτελούνταντ από δύο σειρές κιόνων, μία εσωτερική και μία εξωτερική και στο βάθος από μία σειρά 15 δωματίων με χωριστές εισόδους. Περιελάμβανε και ένα δωμάτιο με τραπεζαρία και ανάκλιντρα
Τέλος, άλλο ένα ἀρχεῖον ήταν το Στρατηγεῖον, το οποίο εικάζεται πως ήταν η έδρα των δέκα Στρατηγῶν. Περιελάμβανε έναν μεγάλο περίβολο με μερικά δωμάτια και μία αυλή.
Όπως προαναφέραμε, η Αγορά των Αθηνών, εκτός των άλλων, αποτελούσε και σημαντικό δικαστικό κέντρο. Στην Αγορά, λοιπόν, βρισκόταν το μεγάλο ορκωτό δικαστήριο της Ηλιαίας. Επρόκειτο για έναν πολύ υψηλό τετράπλευρο περίβολο μεγάλων διαστάσεων. Οικοδομήθηκε στα μέσα του 6ου αιώνα και διατηρήθηκε έως και τον 2ο αιώνα. Στα μέσα του 4ου χτίστηκαν στο εσωτερικό του δωμάτια στη σειρά και μία ελαφρά κιονοστοιχία. Το μεγάλο του εμβαδόν, περίπου 821 τ.μ., του έδινε τη δυνατότητα να χωρέσει ακόμα και 1.500 ἡλιαστές[21], καθώς και ένα μεγάλο ακροατήριο.
Στα μεγάλα ορκωτά δικαστήρια, όπως αυτό της Ηλιαίας, εκδικάζονταν ποινικές και αστικές υποθέσεις, καθώς θεωρούνταν ότι αντιπροσώπευαν την πλειοψηφία του λαού. Δεν υπήρχε η δυνατότητα άσκησης έφεσης, ενώ οι ένορκοι δικαστές προέκυπταν με κλήρο από έναν κατάλογο 6.000 πολιτών.
Άλλα τρία δικαστικά καταστήματα εικάζεται ότι υπήρχαν στη βορειανατολική[22] γωνιά της Αγοράς. Το ένα κτίσμα ήταν τριγωνικό και μάλλον πρόκειται για το γνωστό αθηναϊκό δικαστήριο Τρίγωνον. Το άλλο ήταν ένας ορθογώνιος περίβολος με εμβαδόν 900 τ.μ. και ένας άλλος μικρότερος ορθογώνιος περίβολος. Αυτό το τρίτο κτίσμα, κάποιοι μελετητές το ταυτίζουν με το Παράβυστον, όπου δίκαζαν οι Ἒνδεκα.
Τέλος, επειδή στα ηλιαστικά δικαστήρια εκδικάζονταν πάρα πολλές υποθέσεις και μερικές ημέρες συνεδρίαζαν πολλά δικαστήρια ταυτοχρόνως, με αποτέλεσμα να μην επαρκούν οι χώροι, είχαμε συνεδριάσεις ηλιαστικών δικαστηρίων σε χώρους που εξυπηρετούσαν άλλες ανάγκες. Για παράδειγμα, στην Ποικίλη Στοά. Το οικοδόμημα αυτό ήταν δωρικού ρυθμού, με μία ιωνική εσωτερική κιονοστοιχία και ήταν κτισμένο από ασβεστόλιθο, ψαμμόλιθο και μάρμαρο[23]. Η στοά ήταν διακοσμημένη με ωραίους ξύλινους ζωγραφικούς πίνακες. Ουσιαστικά, η Ποικίλη Στοά λειτουργούσε σαν ένα είδος Πινακοθήκης και Μουσείου, καθώς, εκτός από ζωγραφικές συνθέσεις, περιελάμβανε και ενθυμήματα αθηναϊκών θριάμβων.
2) Χώροι διεξαγωγής της Εκκλησίας του Δήμου
Η Εκκλησία του Δήμου αποτελούσε την πηγή της ανώτατης εκτελεστικής εξουσίας[24] και ελάμβανε τις πιο σημαντικές πολιτικές αποφάσεις. Όλοι οι πολίτες είχαν ίση ψήφο, ανεξαρτήτως ταξικής προέλευσης, ενώ κάθε πολίτης είχε θεωρητικά τη δυνατότητα να πάρει το λόγο στη συνέλευση. Αρχικά, οι συνελεύσεις του Δήμου τελούνταν στην Αγορά. Από τα τέλη, όμως, του 6ου αιώνα π.Χ. και τις αρχές του 5ου, οι Εκκλησίες διεξάγονταν πλέον στην Πνύκα[25]. Ο χώρος αυτός φαίνεται να ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες του Δήμου, όπως αυτές προκύπτουν κυρίως μετά τη μεταρρύθμιση του Κλεισθένη. Οι πολίτες πλέον συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων και στην ευθύνη της διακυβέρνησης. Καλούνται να αποφασίσουν, αφού πρώτα ακούσουν όποιον επιθυμούσε δημόσια να εκφράσει την άποψή του. Ο Θεσμός, λοιπόν, αυτός προϋποθέτει τη στέγασή του σε έναν χώρο, ο οποίος θα επιτρέπει οι πολίτες να βλέπουν τους αγορητές, οι αγορητές να βλέπουν τους πολίτες και το προεδρείο να βλέπει και τους αγορητές, αλλά και τους πολίτες, ώστε να μετράει τα χέρια που υψώνονταν σε περίπτωση χειροτονίας[26]. Η επίπεδη και επικλινής φυσική διαμόρφωση[27] της πλατείας της Αγοράς δεν μπορούσε να εξυπηρετήσει τις παραπάνω ανάγκες. Αντιθέτως, στην Πνύκα, ο χώρος είχε τρία βασικά πλεονεκτήματα: ήταν ελαφρά κοίλος, είχε την κατάλληλη κλίση και περιελάμβανε πολλά βραχάκια, ώστε να κάθονται και να ξεκουράζονται οι πολίτες.
Βεβαίως, πέρα από τη φυσική διαμόρφωση της Πνύκας, έγιναν και τεχνικές παρεμβάσεις, προκειμένου να γίνει ο χώρος κατάλληλος για λαϊκές συνελεύσεις, με πρότυπο τον αρχιτεκτονικό τύπο του αρχαίου θεάτρου με το «κοίλον» και την «ορχήστρα»[28]. Το «κοίλον», με εμβαδόν 2.400 τ.μ., χωρούσε άνετα 5.000[29] πολίτες, ενώ το προεδρείο και το βήμα που βρίσκονταν στην «ορχήστρα», είχαν απέναντι τους πλέον το «κοίλον». Ακόμα πιο καθοριστικές τεχνικές επεμβάσεις έγιναν στο τέλος του 5ου και στις αρχές του 4ου αι. π.Χ.. Έγινε πιο αμφιθεατρικός ο χώρος και απέκτησε μεγαλύτερη χωρητικότητα από τον προηγούμενο, ενώ οι πολίτες είχαν στη διάθεσή τους και μερικούς ξύλινους πάγκους κοντά στο βήμα.
Εκτός, όμως, από την Πνύκα, κάποιες άλλες μυστικές ψηφοφορίες, όπως η ψηφοφορία για τον οστρακισμό ή την οστρακοφορία, ελάμβαναν χώρα στην Αγορά. Στην περίπτωση αυτή, η Αγορά αποκλειόταν με περίφραγμα, που είχε δέκα εισόδους. Από κάθε είσοδο, εισέρχονταν πολίτες από μία φυλή και κατέθεταν τα όστρακα με το χαραγμένο όνομα του ανεπιθύμητου συμπολίτη τους, σε ένα προκαθορισμένο σημείο[30]. Ακολουθούσε καταμέτρηση και ο πολίτης που είχε λάβει πάνω από 6.000 αρνητικές ψήφους, εξοστρακιζόταν, δηλαδή εξοριζόταν από την πόλη για δέκα χρόνια.
3) Το Πρυτανεῖον
Το Πρυτανεῖον ήταν και αυτό ένα αρχεῖον, δηλαδή χώρος που στέγαζε την έδρα και τα γραφεία του Άρχοντος. Αν και καθιερώθηκε επί αριστοκρατίας, διατηρήθηκε και στη δημοκρατική Αθήνα και στέγαζε τα γραφεία του Επωνύμου Άρχοντος. Περιείχε, επίσης, την ιερά εστία της πόλεως, όπου έκαιγε το «άσβεστον πῦρ» της Θεάς Εστίας, το οποίο προοριζόταν για όλες τις δημόσιες θυσίες, ενώ αποτελούσε αφετηρία πολλών ιερών πομπών. Χρησίμευε ως δημόσιος χώρος υποδοχής και εστίασης. Στο πρυτανεῖον σιτίζονταν, δημοσία δαπάνη, οι επιφανείς προσωπικότητες της πόλης , ενώ εκεί παρέθεταν δείπνο οι πολίτες σε επίσημους φιλοξενούμενους ή ξένους πρέσβεις.
4) Το θέατρο
Το Θέατρο είχε τεράστια σημασία για τη δημόσια ζωή της πόλεως και ιδιαίτερα της Αθήνας. Ήταν κυρίως ο χώρος διεξαγωγής των δραματικών αγώνων και των θεατρικών παραστάσεων. Πολλές φορές, όμως, χρησίμευε και ως τόπος συνέλευσης της Εκκλησίας ή της Βουλής[31]. Τα θέατρα ήταν υπαίθρια, ημικυκλικά, μεγάλης χωρητικότητας και οι θεατές τους ανέρχονταν μέχρι και σε 15.000 άνδρες και γυναίκες (βέβαια, η παρουσία των γυναικών αμφισβητείται από πολλούς). Τα κύρια συστατικά του μέρη ήταν το κοίλον, μία υπαίθρια λίθινη κατασκευή που προσαρμοζόταν στην πλαγιά ενός λόφου και περιελάμβανε σειρές από εδώλια για χιλιάδες θεατές. Το κοίλον χωριζόταν με ακτινωτές κλίμακες σε κερκίδες και με οριζόντιους διαδρόμους, τα διαζώματα, σε δύο ή τρείς ζώνες κατά ύψος. Στο κέντρο του θεάτρου, βρισκόταν η ορχήστρα, ένας κυκλικός χώρος, όπου παρέμενε ο χορός κατά τη διάρκεια της παράστασης. Στα άκρα του κοίλου, βρίσκονταν οι πάροδοι, από όπου εισερχόταν ο χορός στην ορχήστρα, ενώ απέναντι από το κοίλον, υπήρχε η σκηνή και τα παρασκήνια. Αφού τα θεατρικά οικοδομήματα χρησιμοποιήθηκαν τόσο για θρησκευτικές εκδηλώσεις όσο και για πολιτικές συνελεύσεις, από τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., το θέατρο αποκτά τη δική του αυτόνομη[32] αρχιτεκτονική και οι υπόλοιποι χώροι πολιτικών συγκεντρώσεων αποκτούν διάφορες αρχιτεκτονικές μορφές, οι οποίες μάλιστα έχουν δεχτεί επιδράσεις από τον αρχιτεκτονικό τύπο των θεάτρων, όπως, για παράδειγμα, ο χώρος της Πνύκας.
5) Το Γυμνάσιον
Το Γυμνάσιον αποτελούσε το κύριο κέντρο άθλησης και πνευματικής διαπαιδαγώγησης των εφήβων στην αρχαία Ελλάδα. Σκοπός της σωματικής άσκησης ήταν η αρμονική καλλιέργεια σώματος και πνεύματος, η ολοκλήρωση του ανθρώπου και η επίτευξη του ανώτατου ανθρωπιστικού και παιδαγωγικού ιδεώδους της «καλοκαγαθίας»[33]. Οι νέοι προετοιμάζονταν έτσι για την μελλοντική στρατιωτική τους εκπαίδευση, αλλά και για την ευρύτερη πολιτική τους ζωή. Στο Γυμνάσιο σύχναζαν και ενήλικες, προκειμένου να εκγυμνασθούν. Ο χώρος αποτελούνταν από την παλαίστρα, μία τετράγωνη ή ορθογώνια εσωτερική αυλή περιβαλλόμενη από στοές, γύρω από την οποία βρίσκονταν χώροι προπόνησης, αλλά και αίθουσες διδασκαλίας ή ακόμα και βιβλιοθήκες και από το κυρίως γυμνάσιο, έναν υπαίθριο χώρο με διάφορους στίβους, στεγασμένους συνήθως.
6) Το Στάδιο
Το στάδιο ήταν ένας υπαίθριος χώρος διεξαγωγής αθλητικών αγώνων. Τα στάδια βρίσκονταν συνήθως κοντά στο θέατρο[34], τους ιερούς χώρους αλλά και την αγορά, καθώς συνδέονταν με τις θρησκευτικές κυρίως εκδηλώσεις. Το μήκος τους ήταν ίσο με ένα στάδιο, δηλαδή 600 πόδια. Ήταν τοποθετημένα σε φυσική κοιλότητα του εδάφους και είχαν κεκλιμένα πρανή ως έδρανα των θεατών, κατασκευασμένα, κατά κύριο λόγο, από λίθο.
7) Η Κρήνη
Η Κρήνη αποτελούσε το κτίριο παροχής νερού. Είχε ορθογώνιο σχήμα με ανοιχτή πρόσοψη, συχνά διακοσμημένη με κιονοστοιχία, με λεκάνες για τη συγκέντρωση του νερού και με ορειχάλκινους κρουνούς στο εσωτερικό. Τροφοδοτούσε την πόλη με νερό μέσω αγωγών που ανήκαν στο δίκτυο ύδρευσης της πόλεως. Οι αρχαιότερες κρήνες – όπως η Νοτιανατολική Κρήνη στην Αγορά των Αθηνών, η επονομαζόμενη και «Εννεάκρουνος», κατά τον Παυσανία – είχαν κτιστεί από τους Πεισιστρατίδες και αποτελούσαν μέρος του «κοινωνικού» τους προγράμματος[35].
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ιω.ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ, Γ. ΚΑΤΣΙΑΜΠΑΡΑ, Α. ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΗ, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, Τόμος Β, ΕΑΠ, ΠΑΤΡΑ 2000.
- JOHN M. CAMP, ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΑΙΡΗ ΚΛΕΩΠΑ, ΑΘΗΝΑ 2009.
- Μuller- Wiener W., H αρχιτεκτονική στην αρχαία Ελλάδα, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1995.
- Σακελλαρίου Μ., Η αθηναϊκή δημοκρατία, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1999.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Βλ. ΙΩ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ, Γ. ΚΑΤΣΙΑΜΠΟΥΡΑ, Α. ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΗ, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, Τόμος Β’, ΕΑΠ 2000, σελ. 75- 76.
[2] Βλ. ΙΩ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ, Γ. ΚΑΤΣΙΑΜΠΟΥΡΑ, Α. ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΗ, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, Τόμος Β, ο.π., σελ. 75.
[3] Βλ. ΙΩ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ, Γ. ΚΑΤΣΙΑΜΠΟΥΡΑ, Α. ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΗ, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, Τόμος Β, ο.π., σελ. 200, σημ. 19.
[4] Βλ. Σακελλαρίου Μ., Η αθηναϊκή δημοκρατία, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1999, σελ. 216.
[5] Βλ. Σακελλαρίου Μ., Η αθηναϊκή δημοκρατία, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, ο.π., σελ. 213.
[6] Βλ. Σακελλαρίου Μ., Η αθηναϊκή δημοκρατία, ο.π., σελ. 217.
[7] Βλ. ΙΩ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ, Γ. ΚΑΤΣΙΑΜΠΟΥΡΑ, Α. ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΗ, ΕΑΠ, Τόμος Β, ο.π., σελ. 85.
[8] Βλ. ΙΩ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ κ.α., ΕΑΠ, Τόμος Β, ο.π., σελ. 85.
[9] Βλ. ΕΑΠ, Τόμος Β, ο.π., σελ. 86.
[10] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 226.
[11] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 228.
[12] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 228.
[13] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 229.
[14] Βλ. JOHN M. CAMP, ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΑΙΡΗ ΚΛΕΩΠΑ, ΑΘΗΝΑ 2009, σελ. 100- 101.
[15] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 229.
[16] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 228.
[17] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 228.
[18] Βλ. ΕΑΠ, Τόμος Β, ο.π., σελ. 200.
[19] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 231-232.
[20] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π, σελ. 232.
[21] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 229
[22] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 230.
[23] Βλ. JOHN M. CAMP, OI ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ, ο.π., σελ. 98-99.
[24] Βλ. ΕΑΠ, Τόμος Β, ο.π., σελ. 85- 86.
[25] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 217.
[26] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 220.
[27] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 220.
[28] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 220-221.
[29] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 221.
[30] Βλ. Σακελλαρίου, ο.π., σελ. 222.
[31] Μῧller- Wiener W., Η αρχιτεκτονική στην Αρχαία Ελλάδα, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 171.
[32] Mller- Wiener W., ο.π., σελ. 174.
[33] Βλ. ΕΑΠ, τόμος Β, ο.π., σελ. 51
[34] Βλ. Muller- Wiener W., ο.π., σελ. 182.
[35] Βλ. ΕΑΠ, Τόμος Β, ο.π., σελ. 201.
[36] Βλ. ΕΑΠ, Τόμος Β, σελ. 203.
[37] Βλ. ΕΑΠ, Τόμος Β, σελ. 203.
[38] Βλ. ΕΑΠ, Τόμος Β, σελ. 203.
[39] Βλ. Muller- Wiener W, ο.π., σελ. 203.
[40] Βλ. Muller – Wiener W, ο.π., σελ. 203.
[41] Βλ. ΕΑΠ, Τόμος Β, .ο.π., σελ. 203-204.
[42] Βλ. ΕΑΠ, Τόμος Β, ο.π., σελ. 203-204.
[43] Βλ. ΕΑΠ, Τόμος Β, ο.π., σελ. 202.